Η Εφορεία Δυτικής Αττικής, Πειραιώς και Νήσων (πρώην ΚΣΤ΄ Ε.Π.Κ.Α.) έχει στη χωρική της αρμοδιότητα το μεγαλύτερο τμήμα του έργου της Αττικό Μετρό ΑΕ «Επέκταση της Γραμμής 3: Χαϊδάρι-Πειραιάς». Πραγματοποίησε ανασκαφική έρευνα σε έκταση διαστάσεων 30μ x 12μ, επιφάνειας 360 τ.μ., σε τμήμα της πλατείας Παύλου Μπακογιάννη, βορειοανατολικά του Δημοτικού Θεάτρου Πειραιά, όπου πρόκειται να κατασκευαστεί έξοδος του Σταθμού ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΘΕΑΤΡΟ, η οποία θα περιλαμβάνει κυλιόμενες σκάλες.
Η αρχαιολογική διερεύνηση προσαρμόστηκε απόλυτα στον προγραμματισμό και το χρονοδιάγραμμα του έργου. Με την ολοκλήρωση της επιφανειακής διερεύνησης διερευνήθηκαν οι αποκαλυφθείσες υπόγειες κατασκευές.
Αποκαλύφθηκαν αρχαία κατάλοιπα του πολεοδομικού ιστού του Αρχαίου Πειραιά και πιο συγκεκριμένα οι αυλές δύο οικιών ενός οικοδομικού τετραγώνου της ιπποδάμειας πόλης, με τις υπόγειες κατασκευής ύδρευσης τους. Η αποτύπωση τους και η τοποθέτησή τους στον χώρο σε σχέση με τα στοιχεία των ανασκαφών των κοντινών θέσεων, συμβάλουν στον προσδιορισμό της χάραξης του ιπποδαμείου πολεοδομικού συστήματος της πόλης. Επίσης, η μελέτη των υπόγειων πολυδαίδαλων συστημάτων ύδρευσης συμπληρώνει την έρευνα του αρχαίου υδρευτικού συστήματος του Πειραιά.
Με την ολοκλήρωση της αρχαιολογικής έρευνας, αποκαλύφθηκαν οι αυλές δύο οικιών της ιπποδάμειας πόλης, όπως αυτές συνενώθηκαν κατά την ελληνιστική περίοδο και ρωμαϊκή περίοδο, με τις υπόγειες κατασκευής ύδρευσης τους, οι οποίες εξελίχθηκαν σε τρεις βασικές φάσεις. Διερευνήθηκαν δύο φρέατα και πέντε υπόγειες δεξαμενές αποταμίευσης όμβριων υδάτων, επιχρισμένες εξ ολοκλήρου με υδραυλικό κονίαμα.
Στην πρώτη φάση, που ταυτίζεται με τις οικίες της κλασικής περιόδου διακρίνονται δύο βασικά συστήματα, όπως προέκυψαν από τις μικρής κλίμακας προσθήκες και μετατροπές με σκοπό την αύξηση της χωρητικότητας. Στην αυλή της οικίας προς τα δυτικά κατασκευάστηκε ένα πηγάδι και ένα σύστημα συλλογής νερού αποτελούμενο από μία φρεατόσχημη και μία κωδωνόσχημη δεξαμενή με τρεις σήραγγες διανοιγμένες σε μεταγενέστερη χρονικά φάση, με σκοπό την αύξηση της χωρητικότητας της δεξαμενής σε νερό. Οι δύο δεξαμενές συνενώθηκαν με υπόγεια σήραγγα. Στην αυλή προς τα ανατολικά διαμορφώθηκε επίσης ένα πηγάδι και ένα σύστημα αποταμίευσης όμβριων υδάτων αποτελούμενο από μία φρεατόσχημη δεξαμενή με τρεις σήραγγες σε ακτινωτή διάταξη για την αύξηση της χωρητικότητας της και δύο διαδοχικές κωδωνόσχημες δεξαμενές, συνδεδεμένες μεταξύ τους με υπόγειες σήραγγες.
Στη δεύτερη φάση, κατά την ελληνιστική περίοδο μάλλον, όταν με τη μετατροπή των οικιών συνενώθηκαν οι δύο αυλές σε μία ιδιοκτησία, τα δύο ανεξάρτητα συστήματα των πέντε συνολικά δεξαμενών συνενώθηκαν μέσω σήραγγας σε ένα ιδιαίτερα μεγάλο ενιαίο σύστημα συλλογής νερού. Σε τρίτη φάση διαχωρίστηκαν εκ νέου, προφανώς λόγω κάποιας επαναδιάταξης των ιδιοκτησιών, με την κατασκευή τοίχων σφράγισης σε δύο συνδετήριες σήραγγες.
Τα δύο πηγάδια έχουν διάμετρο 0,97–1,03μ και βάθος έως 14,72μ, με χτιστό στόμιο και ορθογώνιες λαξευτές κοιλότητες στα τοιχώματα, σε δύο αντικριστές σειρές σε απόσταση 0,30-0,40μ μεταξύ τους καθ’ ύψος, ως «πατήματα» κάθετης πρόσβασης. Οι τρεις κωδωνόσχημες δεξαμενές έχουν ταμιευτήρα μέγιστης διαμέτρου από 3,41 έως 4,65μ, στον οποίο οδηγεί ένα φρέαρ (λαιμός) ύψους 1,80-2,80μ. Οι δύο φρατόσχημες φτάνουν σε ύψος έως 8,41μ και έχουν αυξανόμενη διάμετρο προς τα κάτω, από 0,93μ στο στόμιο έως 1,80μ στον πυθμένα τους. Στα τοιχώματά τους διαμορφώθηκαν πατήματα κάθετης πρόσβασης, σε δύο σειρές εκτεινόμενες σε όλο το ύψος τους.
Χρηματοδότης: Αττικό Μετρό Α.Ε.